Γενική Ορολογία
Ιατρική Ορολογία

προπατορικό αμάρτημα

  1. Αρχική
  2. θρησκευτικές δοξασίες
  3. αμαρτία
  4. προπατορικό αμάρτημα
προπατορικό αμάρτημα
Εγκεκριμένος όρος: 30-Nov--0001