Γενική Ορολογία
Ιατρική Ορολογία

καθιζήσεις

  1. Αρχική
  2. φυσικές καταστροφές
  3. καθιζήσεις
καθιζήσεις
Εγκεκριμένος όρος: 30-Nov--0001